16 χρόνια πριν. Παιχνίδι Αποέλ – Αέλ. Εκείνη την περίοδο, με την παρέα, δεν χάναμε παιχνίδι ποδοσφαίρου ή καλαθόσφαιρας όσο κι αν προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τι στο καλό είναι το «οφσάιντ».
Καθόμασταν ήσυχοι, στις κερκίδες, μόλις ξεκίνησαν τα επεισόδια. Θυμάμαι ήμασταν 5 άτομα. 2 αγόρια και 3 κορίτσια. Η φίλη μου, η Ρένα, πρότεινε να καθίσουμε ήσυχοι μέχρι να ηρεμήσουν τα πνεύματα και μετά να αποχωρήσουμε σιγά – σιγά από το γήπεδο. Θυμάμαι έξαλλους, μανιακούς, τρελούς, «φίλαθλους» (χούλιγκαν) να τρέχουν, να φωνάζουν, να βρίζουν, να ουρλιάζουν, λες και βρισκόμασταν σε πεδίο μάχης.
Η Ρένα επέμενε: «Αν καθίσουμε ήσυχοι δεν θα μας πειράξει κανείς. Είστε 2 αγόρια, είμαστε 3 κορίτσια, δεν προκαλούμε, δεν έχουμε βαμμένα μάτια, μαλλιά, αυτιά, δεν κρατούμε ρόπαλα, κροτίδες, πέτρες, θα περάσουμε απαρατήρητοι».
Την ακούσαμε. Θυμάμαι ακόμα την κλωτσιά, σε απόσταση εκατοστών από το δεξί μου μάτι. Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι, είναι να με τρέχουν στα αποδυτήρια για ιατρική περίθαλψη. Παρολίγον να χάσω το δεξί μου μάτι! Το βράδυ, στις ειδήσεις, η γνωστή (παραδοσιακή πια) ανακοίνωση… «Αγώνας Αποέλ – Αέλ. Δύο τραυματίες. Ο διαιτητής κι ένας φίλαθλος».Όπως καταλαβαίνετε, ήμουν ο φίλαθλος, κι ας ακούγεται αστείο. Από τότε, δεν πάτησα το πόδι μου, ποτέ ξανά, σε κανένα γήπεδο.
16 χρόνια μετά. Δεν έχει σημασία ποιος με τραυμάτισε. Ούτε ποια ομάδα υποστήριζε. Πραγματικά δεν είναι αυτό το θέμα της μικρής μου ιστορίας. Αυτό που έχει σημασία, είναι ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και ας πέρασαν από πάνω μας τρεις – τέσσερις κυβερνήσεις, οι οποίες, προφανώς (πες αλεύρι!) δεν κατάφεραν να κάνουν τίποτα για να λυθεί ο «γόρδιος δεσμός». Στην τελική, ότι δεν λύνεται… κόβεται. Ψάξτε το λίγο, όπως ψάξαμε κι εμείς να μάθουμε, επιτέλους, τι είναι το “οφσάιντ!”.