Category Archives: ΣΚΕΨΕΙΣ

ΚΙ ΕΓΩ Σ’ ΑΓΑΠΩ ΜΑΜΑ!

Το διαμέρισμά μου στη Λευκωσία βρίσκεται πολύ κοντά στο πατρικό μου με αποτέλεσμα, μια καθημερινή συνήθεια – για πολλά χρόνια – ήταν η στάση στο σπίτι για να δω τη μαμά. Είτε για να φάμε παρέα, είτε για να πούμε τα νέα μας, να πιούμε καφέ, να τσακωθούμε, να τα βρούμε…

«Έβαλες βάρος!», «Έχασες βάρος!», «Μα πώς έκοψες έτσι το μαλλί;», «Τι είναι αυτό που φοράς;», «Μα… ήσουν σε γάμο; Γιατί δεν φόρεσες κοστούμι;», «Να ετοιμάσω κάτι να φάμε;», «Θα πιούμε νέσκαφε;», «Ο αδερφός σου έκανε αυτό!», «Ο μπαμπάς σου έκανε το άλλο!», «Μα… έκανες tattoo;!»

Θυμάμαι, επέστρεφα πίσω στο διαμέρισμα μετά από τις νυχτερινές μου εξόδους, περνούσα πρώτα από το πατρικό, εκείνη καθόταν στη βεράντα μέχρι τις δύο το πρωί και σταματούσα για ζεστό καφέ και για τα κλασικά καθημερινά οικογενειακά «κουτσομπολιά».

Τα τελευταία τρία χρόνια, με τη μετακόμισή μου στη Λεμεσό, της το «χάλασα» πανηγυρικά, με αποτέλεσμα – μέχρι και σήμερα – να βάζει τα κλάματα κάθε φορά που μιλούμε στο τηλέφωνο, αφού οι βραδινές ξαφνικές επισκέψεις μου της λείπουν πολύ.

«Δουλεύεις πολύ!», «Κουράζεσαι!», «Κόψε το τσιγάρο!», «Πότε θα σε δούμε;», «Τρως καλά στη Λεμεσό;» «Τηλεφώνησε του μπαμπά!», «Τηλεφώνησε της γιαγιάς!», «Τηλεφώνησε του αδερφού σου!», «Τηλεφώνησε της άλλης γιαγιάς!», «Το μωρό θέλει να σου μιλήσει!», «Όχι άλλο tattoo;!…»

Και μένα μου λείπουν (πιο πολύ…) οι συναντήσεις μαζί της αν και πάντα το τηλεφώνημά ξεκινά με κλάματα, συνεχίζει με χαζό καβγά και καταλήγει στο «να είναι ευτυχισμένος εκεί που είσαι, να έχεις την υγεία σου, σου άναψα κερί στην εκκλησία, εγώ είμαι καλά, όταν εσύ είσαι καλά και… σε αγαπώ πολύ!».

Χρόνια Πολλά Μαμά! Κι εγώ σε αγαπώ πολύ! Χρόνια πολλά σε όλες τις μαμάδες εκεί έξω!

(Ένα αυθόρμητο πρωινό μήνυμα, αφιερωμένο στη μαμά μου)

ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΣ… ΝΑ ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ ΕΚΕΙΝΑ ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ.

“Περίμενε. Μη βιάζεσαι να βγάλεις συμπεράσματα. Δεν γεννήθηκα μεγάλος συγγραφέας, ούτε θλιμμένος ποιητής. Προς Θεού! Δεν είμαι λογοτέχνης, ούτε τύπος ρομαντικός. Είμαι καταδικασμένος. Να ονειρεύομαι εκείνα τα ταξίδια. Μην είσαι τρελός! Φυσικά και δεν θα πάρω το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ίσως, όμως, κερδίσω εκείνο το άλλο, της Ειρήνης. Μου ταιριάζει καλύτερα…”

Πέρασαν σχεδόν τρία χρόνια από τότε που τόλμησα να κυκλοφορήσω το πρώτο μου βιβλίο. Λίγες βδομάδες μετά από την κυκλοφορία του τελευταίου. Λίγο πριν “κρυφτώ” πίσω στο κουτί μου, θέλω να μοιραστώ μερικά δικά μου, συνηθισμένα πράγματα, τα οποία γεννήθηκαν μέσα από το υπέροχο αυτό ταξίδι…

book cover 2

Οι άνθρωποι! Οι καινούργιοι άνθρωποι που βρέθηκαν στο “δρόμο” μου, αλλά και οι λιγοστοί, παλιοί, πιστοί φίλοι, οι οποίοι ήταν και παραμένουν δίπλα μου, ΦΙΛΟΙ, δικοί μου, μέχρι και σήμερα. Εκείνοι που έφυγαν, αυτοί που έμειναν πίσω, κι ας μην βλεπόμαστε όσο συχνά θα θέλαμε… Σας αγαπώ πολύ!

fil new 2

Τα πράγματα! Τα συνηθισμένα πράγματα, τα οποία ήταν η αιτία, η αφορμή και η πηγή έμπνευσής μου κάθε φορά που έγραφα για μία ακόμη «χαζή» πρωινή σκέψη, ένα άρθρο, μία ιστορία, ένα παραμύθι, ένα βιβλίο…

IMG_4907

Τα όνειρα! Κανείς δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στα όνειρά μου. Ούτε στα δικά σου. Πολέμησε και πάλεψε γι’ αυτά. Πίστεψέ με, το αξίζεις! Όσα εμπόδια κι αν παρουσιαστούν στο δρόμο σου. Όσο κι αν προσπαθήσουν να σε σταματήσουν. Μην ακούς κανέναν! Κάνε ό,τι τραβά η ψυχή σου! Η ζωή μας είναι πολύ μικρή για δεύτερες σκέψεις και τα λάθη… είναι δικά σου!

anastasia 2

Η “προβολή”. Κατηγορήθηκα -μυστικά και φανερά- για την “υπερβολική” προώθηση της δουλειάς μου. Αν δεν παλέψεις ο ίδιος για τα όνειρά σου, αν δεν πιστέψεις κι αν δεν προωθήσεις τη δουλειά σου, λίγοι, θα το κάνουν για σένα. Όταν παλεύεις μόνος σου, ξεκινώντας απ’ το μηδέν, για να προβάλεις τα όνειρά σου, σε μορφή δημιουργίας, τότε θα μιλήσεις γι’ αυτά, θα φωτογραφηθείς γι΄ αυτά, θα “κουράσεις” και θα “κουραστείς” γι’ αυτά, έτσι δεν έχω στ’ αλήθεια να απολογηθώ για τίποτα, όμως τώρα, που έκλεισε ο πρώτος κύκλος, θέλω να το εξηγήσω στους “καλοθελητές” οι οποίοι φρόντιζαν κατά διαστήματα να μου “μεταφέρουν” τα μηνύματά τους, ειδικά μετά από κάθε χαρά κι επιτυχία που συναντούσα στην πορεία μου. Στην τελική, όλοι γνωρίζουμε για τις διαδικτυακές επιλογές «unfriend», «unfollow» και «block», σε όλους τους τομείς της ζωής μας, εάν κάτι μας ενοχλεί ή δεν συνάδει με τη δική μας ιδιοσυγκρασία. Είναι απόλυτα σεβαστό και κατανοητό. Η ζωή μας, είναι γεμάτη με επιλογές, διαγραφές (και εκπλήξεις!) και τόσο μικρή για να επιτρέψεις στα οποιαδήποτε αρνητικά σχόλια να σε διαβάλουν. Δεν το επέτρεψα να συμβεί και δεν πρόκειται ποτέ το κάνω…

omikroneprof

Το “σύστημα”. Οι “ταμπέλες”. Το είπα ξανά και θα το λέω συνέχεια. Δεν είμαι λογοτέχνης. Ούτε τύπος ρομαντικός. Και δεν επιθυμώ να εμπλακώ σε κανέναν “κύκλο χαμένων ποιητών”, ούτε επιδιώκω να βρίσκομαι σε συναντήσεις και παρουσιάσεις των δέκα ατόμων σε “καφενέδες”, αναπτύσσοντας σκέψεις πνιγμένες στις πιο ακατανόητες φιλοσοφικές εξάρσεις και ορολογίες στον κόσμο. Αρνούμαι κατηγορηματικά. Η σοβαροφάνεια βλάπτει σοβαρά την υγεία μου κι ο αυθορμητισμός είναι ο δικός μου τρόπος ζωής (και γραφής). Για μια ακόμη φορά, δεν θα απολογηθώ που δεν ακολούθησα το σύστημα, τη ψευτοκουλτούρα, τις “εγκρίσεις”, τις “εξυπνάδες” και όλες τις συνευρέσεις των “χαμένων ποιητών”. Προτιμώ με χίλια να κάνω όλα αυτά που επιθυμεί η καρδιά μου και να γράφω μόνο για συνηθισμένα πράγματα, με συνηθισμένο λεξιλόγιο και κατανοητές ορολογίες. Από κει και πέρα, έρχονται οι επιλογές στις οποίες αναφέρθηκα λίγο πιο πάνω και τις οποίες δεν πρόκειται να αναλύσω ξανά.

periskopio

Έμαθα να γράφω και να δημιουργώ με τη ψυχή και την καρδιά μου. Μέσα στη μέρα και τη νύχτα, στο φως και το σκοτάδι. Όποτε το επιθυμώ και με οποιονδήποτε τρόπο το επιθυμώ, κι αυτή η φιλοσοφία είναι δική μου και δεν τη χαρίζω σε κανέναν.

Αυτά τα τρία χρόνια έζησα στιγμές απίστευτης αγάπης και χαράς, τις οποίες κρατώ βαθιά, μέσα στην καρδιά μου, καθώς και στιγμές λύπης και στεναχώριας τις οποίες αφήνω πίσω…

periskopio interview 3

Ευχαριστώ τους φίλους, τους συνεργάτες και την οικογένειά μου για όλα τα όμορφα! Μα περισσότερο, σ’ ευχαριστώ εσένα που με “διάβασες”, που με πίστεψες, που με “έψαξες” κι έζησες μαζί μου, όλα αυτά που αγαπώ και τα οποία κρατώ παντοτινά μέσα στην ψυχή μου! Εσένα που αναγνώρισες και κατάλαβες ποιος πραγματικά είμαι, μέσα από τις ιστορίες, τις “χαζές” απογευματινές μου σκέψεις, τα όνειρα και τα δικά μου αυθόρμητα παραμύθια. Τα δικά μας, πια, παραμύθια…

IMG_9731 2

“Δεν είμαι προληπτικός τύπος. Αλλά, πιστεύω στο μάτι. Καμιά φορά, τηλεφωνώ σε μια χαμένη ψυχή, μες στα άγρια μεσάνυχτα, εκλιπαρώντας τη να με ξεματιάσει. Η μουσική παίζει δυνατά. Έξω ρίχνει καρεκλοπόδαρα. Τρεις μέρες τώρα βρέχει ακατάπαυστα. Ούτε στην ψεσινή μεγάλη συναυλία σταμάτησε να βρέχει. Κι εμείς, δεν σταματήσαμε ποτέ να χορεύουμε. Ύστερα, επιστρέψαμε πίσω στο σπίτι, βρεγμένοι σαν τα σκυλιά, αρχίζοντας πάλι τις γνωστές μας γουρουνιές. Ξέρεις, φαγητό μέχρι σκασμού, λευκό κρασί λίγο πριν από τη μέθη, καταλήγοντας κατά τις πρωινές ώρες σ’ εκείνον τον ύπνο του δικαίου. Συνηθισμένα πράγματα δηλαδή…

Οι ιστορίες της ζωής μας πρέπει να είναι όμορφες. Γιατί μετά την καταιγίδα, εμφανίζεται πάντα το ουράνιο τόξο και υπάρχουν χρώματα παντού, χαμόγελα παιδιών, παιχνίδια στην αυλή κι ένα ταξίδι που συνεχίζεται. Με αυτά τα μικρά, τα καθημερινά. Κάπου – κάπου θα εμφανίζονται και τα μεγάλα, αυτά που με ταρακουνούν, γι’ αυτά που πρέπει να αποφασίσω αν θα πρέπει να πηδήξω στον γκρεμό ή να τα αντιμετωπίσω. Να πέσω στα πατώματα να κλάψω, να γελάσω, να αισθανθώ, να ζήσω το δράμα ή να σηκωθώ ξανά νικητής, τις περισσότερες φορές ηττημένος, κοιτάζοντας και πάλι μπροστά, όσο χρειαστεί…

Άνοιξα το μεγάλο παράθυρο. Έξω έριχνε φως. Ελευθέρωσα το παρελθόν μου, κλείνοντάς του το μάτι πονηρά. “Εμείς οι δυο, θα τα ξαναπούμε”. Υποδέχθηκα το μέλλον. Χαμογέλασα.”

Μέχρι να ανταμώσουμε ξανά λοιπόν!

Κώστας Χάρπας
Οκτώβριος 2015.
Υ.Γ. Θα τα πούμε σύντομα! Καλή συνέχεια!

cropped-byron.jpg

ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ

Ντύθηκα στα μαύρα. Γενάρης μήνας. Μέρα Σάββατο. Στήθηκα μπροστά στον καθρέφτη. Έμεινα να με κοιτάζω με καχυποψία. Νομίζω το κόκκινο, μου ταιριάζει καλύτερα. Τα έβγαλα βιαστικά από πάνω μου. Κτύπησα το γόνατό μου, στην άκρη του κρεβατιού. Έτριξα τα δόντια και με έβρισα.

Δίπλωσα τα μαύρα. Τα έκρυψα βαθιά μέσα στην ντουλάπα, εκεί που δεν θα τα έβρισκα ξανά. Μύριζε λεβάντα. Πήρα το μπλε τζιν, χώθηκα στο κόκκινο πουλόβερ και φόρεσα τα πράσινα πάνινα παπούτσια. «Πολύ καλύτερα» σκέφτηκα. Χαμογέλασα.

Έβαλα το νερό να ζεσταθεί. Άρπαξα το μεγάλο φλιτζάνι του καφέ, αυτό με τον άσπρο σταυρό στην κόκκινη επιφάνεια. Μου το ’φερε ένας φίλος απ’ τα παλιά, χαμένος στη Ζυρίχη. Εκατοντάδες μέρες πριν. Είναι τ’ αγαπημένο μου. Έριξα μέσα τον καφέ. Μου ξέφυγε λίγος και βρέθηκε στο πάτωμα. Άνοιξα το κόκκινο ψυγείο. Το γάλα, μου τελείωσε. Συνηθισμένα πράγματα.

Δεν είμαι αμελής. Αντίθετα, δεν αφήνω τίποτα στην τύχη. Προγραμματίζω το καθετί. Γράφω ατελείωτες λίστες και βάζω τικ, δίπλα στα γραμμένα. Απλώς ξεχάστηκα. Συνήθως την παθαίνω με τις ημερομηνίες. Ξέρεις, γενέθλια, γιορτές, επετείους γάμων, μνημόσυνα. Οι φίλοι μου με έμαθαν πια. Νομίζω δεν τους πειράζει. Μάλλον όχι, κάποιοι δεν μου το συγχώρησαν ποτέ. Έγραψαν οδηγίες χρήσεως με απαράβατους όρους και κανόνες. Κάποτε τους ακολουθούσα πιστά. Έκανα το σωστό, ήμουν υπόδειγμα. Καμιά φορά, ασκούσα αυστηρή κριτική στον εαυτό μου. Με τιμωρούσα κι έτσι ο ύπνος με ξεχνούσε. Σκόνταφτα στο μαξιλάρι, μετρούσα προβατάκια, άρμεγα αγελάδες κι έριχνα βελάκια. Ύστερα έμαθα. Έκλεισα τις σάπιες πόρτες και άνοιξα τις καινούργιες, τα μεγάλα παράθυρα, ώσπου είδα το φως.

Δεν φοβάμαι να βαδίζω στο σκοτάδι. Φοβάμαι όμως τα φίδια και τους οδοντογιατρούς. Ο καλύτερός μου φίλος, ο Πάρης, είναι γιατρός. Ένα απομεσήμερο στην Κρήτη, χιλιάδες καλοκαίρια πριν, κολύμπησα σε μια λίμνη με νερόφιδα. Κάποτε είχαμε ένα σκύλο. Αναγκαστήκαμε να τον ξεφορτωθούμε γιατί ξεσήκωνε τη γειτονιά. Προσπάθησα να τον πείσω να συνεργαστεί, για το καλό όλων μας, αλλά εκείνος το βιολί του. Μια Κυριακή τον πήραν μακριά. Ακόμα να με συγχωρήσω.

Από μικρός ζήλευα τις μεγάλες παρέες. Δυο – τρεις φίλους είχα όλους κι όλους. Ήμουν στρουμπουλός, άσχημος, λιγάκι ασουλούπωτος, με μαλλί αφάνα. Ένα βράδυ με πανσέληνο έσκισα τις παλιές φωτογραφίες. Τις έκαψα. Το άλλο πρωί, έκαψα και τα κιλά. Εξαφανίστηκαν. Το γιόρτασα κτυπώντας το πρώτο μου τατουάζ. Ξαφνικά, όλοι μου έλεγαν πως τάχα ομόρφυνα κι εγώ έπαιρνα τα πάνω μου. Παρασύρθηκα, καβάλησα το καλάμι ποζάροντας για τα περιοδικά. Οι μεγάλες παρέες μ’ έριξαν στους προβολείς μιας μεγάλης ζωής. Τις ακολούθησα πιστά. Νομίζω κράτησα τις υποσχέσεις μου. Οι μεγάλες παρέες είναι μύθος. Το κατάλαβα, κι έφυγα νωρίς.

Έβαλα τη μουσική να παίζει δυνατά. Αυτήν, που οι φίλοι μου δεν άκουσαν ποτέ. Καμιά φορά οι στίχοι είναι αλλιώτικοι, διαφορετικοί, τραυλίζουν σε παράλογες επιθυμίες. Δεν με πειράζει. Αν όλοι είχαμε τα ίδια γούστα, θα ζούσαμε στιγμές παγκόσμιας ειρήνης. Είμαι ιδιόρρυθμος, το ξέρω. Λιγάκι δύσκολος. Νομίζω ζω σε κάποιον άλλον πλανήτη. Ο πατέρας μου, άλλωστε, φρόντιζε να μου το υπενθυμίζει συνέχεια, από τότε που με θυμάμαι.

Δεν ξέρω τι στο καλό είναι το οφσάιντ. Δεν κατάλαβα ποτέ τη λογική των είκοσι δύο που τρέχουν ξοπίσω την μπάλα. Δεν παίζω μπιρίμπα. Προσπάθησα, μια φορά, αλλά τα βρήκα σκούρα και τα παράτησα. Βαριέμαι αφόρητα τις συζητήσεις πολιτικών. Σταμάτησα να τους πιστεύω. Δεν καίγομαι να πάω στο Βέγκας, ούτε στο Ντουμπάι. Τα ψεύτικα τα φώτα, αυτά τα δεύτερα, δεν με εντυπωσιάζουν. Προτιμώ να ετοιμάζω εκείνο το ταξίδι, στριμωγμένος στο μικρό αυτοκίνητο, φορτωμένος το χιλιοφορεμένο σακίδιο, μακριά, στους αμπελώνες της Τοσκάνης. Δεν θέλω να μπει το καλοκαίρι. Φανατικός νοσταλγός του χειμώνα.

Αναζητώ την αλήθεια. Οι απαντήσεις βρίσκονται εκεί έξω. Στους δρόμους της πόλης. Στη μέρα και τη νύχτα. Στο φως και το σκοτάδι. Στο παρελθόν και το μέλλον. Οι απαντήσεις βρίσκονται εκεί που υποσχεθήκαμε περισσότερη αλήθεια.

Πολλές φορές, τον σκέφτομαι. Καμιά φορά, μου λείπει πολύ και βάζω τα κλάματα. Τον αναζητώ στις υπαίθριες αγορές. Σ’ εκείνες, στις όχθες του Τάμεση, με τους σκουριασμένους πάγκους και τα μεθυσμένα βιβλία. Ύστερα, συμμαζεύομαι και ξυπνώ από το λήθαργο. Βγαίνω έξω στη βροχή με τα χέρια διάπλατα ανοιχτά. Κάποιες φορές τρέχω στη θάλασσα, περιμένοντας υπομονετικά να μου αποκαλύψει τα μυστικά της.

Άρχισα να γράφω την ιστορία. Αυτήν, που του υποσχέθηκα. Περίμενε. Μη βιάζεσαι να βγάλεις συμπεράσματα. Δεν γεννήθηκα μεγάλος συγγραφέας, ούτε θλιμμένος ποιητής. Προς Θεού! Δεν είμαι λογοτέχνης, ούτε τύπος ρομαντικός. Είμαι καταδικασμένος. Να ονειρεύομαι εκείνα τα ταξίδια. Μην είσαι τρελός! Φυσικά και δεν θα πάρω το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ίσως όμως κερδίσω εκείνο το άλλο, της Ειρήνης. Μου ταιριάζει καλύτερα.

Τον συνάντησα ξανά στο Λονδίνο, όταν μαζί μου κουβάλησα το παρελθόν. Το στρίμωξα βιαστικά στην μπλε βαλίτσα μαζί μ’ εκείνο το βιβλίο που μου έστειλε, εκατοντάδες χρόνια πριν. Η καρδιά μου κτυπούσε δυνατά. Καμιά φορά, κόντευε να σπάσει. Οι αναμνήσεις έπαιρναν θέση, έβαζαν φωτιά, θωρακίζοντας ξανά τις σκέψεις μιας ολόκληρης ζωής. Τον θυμάμαι να γελά σαν μικρό παιδί, να θυμώνει μαζί μου και να φωνάζει για εκείνα, τα μικρά μας λάθη. Τον θυμάμαι να φεύγει.

Βούλιαξα στη δερμάτινη πολυθρόνα, απέναντί του. Ο Μάρκος, νοσταλγούσε την ξεγνοιασιά των παιδικών μας χρόνων. Στην πραγματικότητα, δεν γνώριζα τίποτα για τη ζωή και τις διαδρομές που ακολούθησε τα τελευταία οκτώ χρόνια. Στην αρχή, τον κοίταζα με καχυποψία. Ύστερα, τον αντιμετώπισα. Πέταξα από πάνω μου τα μαύρα, έκλεισα τις σάπιες πόρτες και άνοιξα τα μεγάλα παράθυρα. Έξω έριχνε χιόνι. Τον ελευθέρωσα.

Το κτύπημα στο γόνατο πόνεσε. Πώς τα κατάφερα πάλι; Η ιστορία της ζωής μου. Ήπια την τελευταία γουλιά κι άφησα το κόκκινο φλιτζάνι στο τραπέζι. Ο καφές, μου τελείωσε. Η ζωή συνεχίζεται. Συνηθισμένα πράγματα.

(Κώστας Χάρπας / Όσο χρειαστεί)